Κατάθλιψη

Τι εννοούμε με τον όρο κατάθλιψη στην καθημερινή γλώσσα 
Η λέξη κατάθλιψη έχει πολλές διαφορετικές σημασίες. Άλλα εννοούμε όταν την χρησιμοποιούμε στην καθημερινή μας γλώσσα και άλλα όταν την χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε ένα κλινικό σύνδρομο που απαιτεί θεραπεία. 
Στην καθομιλουμένη όταν λέμε ότι "σήμερα έχω κατάθλιψη", "είμαι στεναχωρημένος", "νιώθω λυπημένος", "δεν έχω κέφι", "αυτός ο άνθρωπος σου φέρνει κατάθλιψη" ή "νιώθω μελαγχολικά", στην ουσία αναφερόμαστε σε μια κατάσταση που έχει να κάνει με την διάθεσή μας. Η διάθεση είναι ένα συναίσθημα και γι'αυτό συνήθως χρησιμοποιούμε τον όρο "νιώθω" για να το περιγράψουμε. Η διάθεσή μας είναι καταθλιπτική ή μελαγχολική όταν είμαστε λυπημένοι για κάτι.Το αντίθετό της είναι η χαρά. Ωστόσο τις περισσότερες φορές δεν νιώθουμε ούτε το ένα ούτε το άλλο, αλλά μάλλον είμαστε σε μια ουδέτερη κατάσταση. Μπορούμε λοιπόν να δούμε ότι υπάρχει μια κλίμακα διαβάθμισης που στο ένα άκρο έχει την χαρά και στο άλλο την λύπη. Οσο πιο κοντά βρισκόμαστε προς την τελευταία τόσο πιο στεναχωρημένοι νιώθουμε, τόσο πιο μελαγχολικά και καταθλιπτικά αισθανόμαστε. 
Η κατάθλιψη λοιπόν όπως την χρησιμοποιούμε στην καθημερινή μας γλώσσα έχει μια ποιοτική συνιστώσα αλλά και μια ποσοτική, η οποία μπορεί να εκτείνεται από το ελαφρύ αίσθημα λύπης έως την απέραντη κατήφεια και δυστυχία. Η ποσοτική αυτή συνιστώσα εξαρτάται προφανώς από την ένταση του ερεθίσματος που προκάλεσε την διάθεση αυτή. Π.χ. εάν κάποιος φοιτητής αποτύχει στις εξετάσεις ενός μαθήματος είναι φανερό ότι θα νιώσει λυπημένος. Eάν κάποιος χωρίσει με την φίλη του ή τον φίλο του μάλλον θα νιώσει περισσότερο λυπημένος, ενώ εάν χάσει κάποιο αγαπημένο του οικογενειακό πρόσωπο ίσως στην αρχή νιώσει δυστυχισμένος. Αυτό βεβαίως είναι ένα παράδειγμα διότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν απόλυτα ερεθίσματα αλλά μόνο σχετικά, εξαρτώνται δηλαδή από την ιδιαίτερη σημασία που αποδίδει κανείς στο ερέθισμα. Αυτό πάντως που είναι κοινό σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι κατάθλιψη, λύπη, μελαγχολία προκαλείται από ερεθίσματα που γενικά εκλαμβάνονται από τον άνθρωπο ως απώλεια κάποιου σημαντικού πράγματος. 
Η κατάθλιψη όπως χρησιμοποιούμε τον όρο καθημερινά είναι μια πανανθρώπινη εμπειρία. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει ζήσει την συναισθηματική αυτή εμπειρία. Ανεξάρτητα αν κάποιοι άνθρωποι χρησιμοποιούν αυτό τον όρο για να εκφράσουν διαφορετικό βαθμό λύπης (άλλοι ακόμη και για την μικρού βαθμού λύπη και άλλη μόνο για πιο έντονες καταστάσεις), ωστόσο όλοι καταλαβαίνουμε περίπου την σημασία της. Ως τέτοια εμπειρία, η κατάθλιψη συνήθως είναι μικρής διαρκείας και αυτοπεριοριζόμενη. Είμαστε στεναχωρημένοι για μικρό χρονικό διάστημα και πολύ εύκολα, όταν συμβεί κάτι ευχάριστο, η διάθεσή μας επανέρχεται. Οι διακυμάνσεις αυτές της διάθεσης είναι απόλυτα φυσιολογικές και συμβαίνουν πολλές φορές κατά την διάρκεια της ημέρας. 
Συμπερασματικά λοιπόν θα λέγαμε ότι η κατάθλιψη με την κοινή σημασία του όρου είναι μιά άσχημη διάθεση που είναι η φυσιολογική απάντηση σε ένα ερέθισμα που συνήθως έχει να κάνει με μια αίσθηση απώλειας, όπως ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου, ο χωρισμός, η απώλεια της εργασίας, η μη επίτευξη των στόχων μας, η απώλεια ενός υλικού αγαθού κ.λ.π. Οι φυσιολογικές αυτές αντιδράσεις δεν διαρκούν πολύ, συνήθως δεν επηρεάζουν την γενική λειτουργικότητα και δραστηριότητα του ατόμου, εύκολα μεταβάλλονται και τροποποιούνται και συνήθως αυτοπεριορίζονται. 

Πόσο συχνή είναι η Κατάθλιψη; 
Από έρευνες που έχουν γίνει υπολογίζεται ότι σε μια δεδομένη χρονική στιγμή 5% του πληθυσμού εμφανίζει συμπτώματα κατάθλιψης, ενώ κατά την διάρκεια ενός έτους 10% του πληθυσμού θα εμφανίσει συμπτώματα κατάθλιψης. Κατά την διάρκεια της ζωής 20% των γυναικών και 12% των ανδρών εμφανίζουν συμπτώματα συμβατά με κατάθλιψη. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα νούμερα αυτά περιλαμβάνουν όλες τις μορφές κατάθλιψης από τις ελαφριές μέχρι τις σοβαρές γι' αυτό και είναι λίγο ψηλά.

Ποιά είναι τα αίτια της κατάθλιψης; 
Το πρώτο που πρέπει να ξεκαθαρίσουμε είναι ότι δεν υπάρχει ένας και μοναδικός λόγος που να εξηγεί την διαταραχή αυτή (όπως συνήθως συμβαίνει και με πολλές άλλες αρρώστιες γενικότερα). Έρευνες ετών έχουν επισημάνει μερικούς παράγοντες που φαίνεται να συμβάλλουν σε διαφορετικό κάθε φορά βαθμό στην νόσηση από κατάθλιψη. Μπορεί κανείς να θεωρήσει την καταθλιπτική διαταραχή ως το τελικό κοινό αποτέλεσμα μιας ποικιλίας παραγόντων που δρουν πάνω στην ιδιοσυστασία κάθε ατόμου και στο συγκεκριμένο κοινωνικό του πλαίσιο. Εάν δούμε την κατάθλιψη μ' αυτόν τον τρόπο τότε οι διάφορες ερμηνείες για την αιτιολογία της, είτε καθαρά βιολογικές είτε καθαρά ψυχοκοινωνικές, παύουν να φαίνονται ότι αντικρούουν η μία την άλλη αλλά μάλλον ότι αλληλοσυμπληρώνονται. Παρακάτω αναφέρονται μερικοί από τους παράγοντες που φαίνεται να συμβάλλουν στην εμφάνιση κατάθλιψης : 
[1] Γενετικοί παράγοντες 
Ο κίνδυνος να πάθει κανείς κατάθλιψη όταν έχει στενούς συγγενείς που πάσχουν, ιδιαίτερα από σοβαρές ή χρόνιες μορφές, είναι αυξημένος. Ένα μέρος του αυξημένου αυτού κινδύνου θεωρείται ότι οφείλεται σε γενετικούς παράγοντες που κληρονομούνται. Το πιο παραδεκτό μοντέλο για την γενετική επίδραση στην κατάθλιψη θεωρεί ότι διάφορα γονίδια εμπλέκονται στην μεταβίβαση χαρακτηριστικών (π.χ. χαρακτηριστικών της προσωπικότητας, βιολογικών χαρακτηριστικών κ.λ.π.) που αυξάνουν την προδιάθεση του ατόμου να πάθει κατάθλιψη. Δηλαδή, ένα άτομο που έχει κληρονομήσει αυτά τα χαρακτηριστικά έχει μεγαλύτερο κίνδυνο από ένα άλλο να πάθει κατάθλιψη όταν δράσουν και άλλοι παράγοντες (βιολογικοί, ψυχολογικοί, κοινωνικοί) του περιβάλλοντος. 
[2] Βιολογικοί παράγοντες 
α) Μερικές μη ψυχιατρικές παθήσεις έχουν βρεθεί ότι μπορεί να προκαλέσουν κατάθλιψη δευτερογενώς. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι ότι δρούν στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα (Κ.Ν.Σ.) και επηρεάζουν την λειτουργία των περιοχών εκείνων του εγκεφάλου που ρυθμίζουν το συναίσθημα. Οι παθήσεις αυτές περιλαμβάνουν [1] παθήσεις του Κ.Ν.Σ. όπως η νόσος του Πάρκινσον, η σκλήρυνση κατά πλάκας, και το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. [2] Ενδοκρινικές και μεταβολικές παθήσεις όπως ο υποθυρεοϊδισμός, και η νόσος του Cushing (υπερδραστηριότητα των επινεφριδίων). [3] Λοιμώξεις που δρουν στο Κ.Ν.Σ. όπως το AIDS και η λοιμώδης μονοπυρήνωση [4] Συστηματικές διαταραχές όπως η αναιμία και ο μεταστατικός καρκίνος [5] Διάφορα φάρμακα όπως η κορτιζόνη, το αντι-υπερτασικό Αλντομέτ (αλφα-μεθυλ-ντόπα) και το αλκοόλ. 
β) Η αποκάλυψη μερικών από τους βιολογικούς μηχανισμούς που εμπλέκονται στην δημιουργία της κατάθλιψης αποτέλεσε σίγουρα μια από τις σπουδαιότερες ανακαλύψεις της Ψυχιατρικής ειδικότερα και της Ιατρικής γενικότερα σ' αυτόν τον αιώνα. Στη δεκαετία του '50 οι επιστήμονες ανακάλυψαν τους νευρομεταβιβαστές, βιοχημικές δηλαδή ουσίες με τι οποίες επικοινωνούν τα νευρικά κύτταρα μεταξύ τους. Στο ίδιο περίπου διάστημα παρατηρήθηκε ότι ασθενείς που έπαιρναν κάποια φάρμακα για την ρύθμιση της υψηλής αρτηριακής τους πίεσης πάθαιναν σαν παρενέργεια κατάθλιψη. Το κοινό χαρακτηριστικό αυτών των φαρμάκων ήταν ότι δρούσαν στους νευρομεταβιβαστές του εγκεφάλου και με κάποιο τρόπο μείωναν τις συγκεντρώσεις τους στον εγκέφαλο. Το επόμενο βήμα ήταν να παρασκευαστούν φάρμακα που αύξαναν την συγκέντρωση των νευρομεταβιβαστών αυτών στον εγκέφαλο. Το αποτέλεσμα ήταν ότι τα φάρμακα αυτά ήταν ικανά να θεραπεύσουν ασθενείς με κατάθλιψη. Από τη δεκαετία του '50 μέχρι σήμερα πολλά έχουμε μάθει για την λειτουργία των νευρομεταβιβαστών και τον ρόλο τους στην κατάθλιψη. Παρότι οι μηχανισμοί αυτοί είναι πολύ περίπλοκοι και δεν είναι δυνατό να αναφερθούν εδώ, ωστόσο στις μέρες μας θεωρείται ότι δύο νευρομεταβιβαστές, η νοραδρεναλίνη και η σεροτονίνη, εμπλέκονται ιδιαίτερα στην δημιουργία της κατάθλιψης, και τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα τα οποία έχουμε στην διάθεσή μας αποσκοπούν στο να ανεβάσουν την συγκέντρωση των ουσιών αυτών στον εγκέφαλο. Επειδή τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα είναι αποτελεσματικά σε όλες τις μορφές κατάθλιψης, είναι πιθανό όλοι οι αιτιολογικοί παράγοντες που συμβάλλουν στην κατάθλιψη να δρουν τελικά μέσω αυτού του μηχανισμού. 
[3] Ψυχοκοινωνικοί παράγοντες 
α) Παράγοντες που δρουν νωρίς στην ζωή : Διάφορες έρευνες έχουν δείξει ότι άτομα που σαν παιδιά είχαν ζήσει κάποιο γεγονός σημαντικής απώλειας (π.χ. θάνατος γονιού, χωρισμός γονιών κ.λπ. ) έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να πάθουν κατάθλιψη σαν ενήλικοι. 
β) Παράγοντες που δρουν αργότερα : [1] Γεγονότα Ζωής: Μια σειρά γεγονότων ζωής, είτε ψυχολογικών (π.χ. θάνατος αγαπημένου προσώπου, διαζύγιο), είτε κοινωνικών (π.χ. οικονομική ύφεση, συνθήκες διαμονής) είτε ακόμη ψυχοκοινωνικών (π.χ. απώλεια εργασίας, μετανάστευση), φαίνεται να αυξάνουν τον κίνδυνο για κατάθλιψη . [2] Τρόπος σκέψης : Ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι σκέφτονται και αντιλαμβάνονται τα καθημερινά τους προβλήματα φαίνεται να ευνοεί σε μερικές περιπτώσεις την δημιουργία κατάθλιψης. Υποστηρίζεται δηλαδή ότι μερικοί άνθρωποι ερμηνεύουν τον κόσμο γύρω τους βασιζόμενοι σε κάποιες παραδοχές που δεν είναι λειτουργικές και που έχουν σαν αποτέλεσμα να "παραμορφώνουν" τελικά την εικόνα του γύρω κόσμου αντί να την ερμηνεύουν. Βασισμένη σ' αυτή την γενική αρχή έχει αναπτυχθεί μια ψυχοθεραπεία, η γνωσιακή ψυχοθεραπεία, η οποία προσπαθεί να "διορθώσει" αυτά τα λάθη στο τρόπο σκέψης και να βοηθήσει τον ασθενή να αξιολογήσει πιο αντικειμενικά την πραγματικότητα 
 
Ποιά είναι τα συμπτώματα της κατάθλιψης; 
Τα κύρια συμπτώματα που μπορεί να εμφανίζει κάποιος όταν έχει κατάθλιψη περιλαμβάνουν τα ακόλουθα: 
1] Μεγάλη ελάττωση του ενδιαφέροντος ή της ευχαρίστησης σε όλες ή σχεδόν όλες τις δραστηριότητες κατά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας σχεδόν κάθε μέρα. Π.χ., μια μητέρα έχασε το ενδιαφέρον της να φροντίσει το μικρό της παιδί, να καθαρίσει το σπίτι της, να βγει έξω να ψωνίσει με μια φίλη της, να ντυθεί όμορφα, πράγματα που πριν την ευχαριστούσαν πολύ. Η αλλαγή αυτή στην συμπεριφορά της είχε γίνει πολύ αντιληπτή από το στενό της περιβάλλον. 
[2] Καταθλιπτική Διάθεση, κατά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας σχεδόν κάθε ημέρα όπως φαίνεται είτε με υποκειμενική εκτίμηση είτε σύμφωνα με τις παρατηρήσεις των άλλων (π.χ., ο ασθενής κλαίει συχνά και φαίνεται πολύ στεναχωρημένος). Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω από αυτό το σύμπτωμα πήρε και την γενικότερη ονομασία της η διαταραχή αυτή. 
[3] Δυσκολία στον ύπνο. Η διαταραχή αυτή του ύπνου μπορεί να έχει πολλές μορφές. Π.χ., μερικοί ασθενείς δεν μπορούν να κοιμηθούν καθόλου, άλλοι κάνουν πολύ ακανόνιστο ύπνο, ξυπνούν δηλαδή πολλές φορές κατά την διάρκεια της νύχτας. Χαρακτηριστικό όμως της κατάθλιψης είναι ότι οι ασθενείς ξυπνούν από πολύ πρωί, π.χ. από τις 4 η ώρα και δεν ξανακοιμούνται. Αυτή η πρώιμη αφύπνιση όπως λέγεται εμφανίζεται πιο συχνά στην κατάθλιψη. 
[4] Διαταραχές στην όρεξη για φαγητό. Συνήθως η κατάθλιψη προκαλεί απώλεια της όρεξης για φαγητό με αποτέλεσμα απώλεια βάρους, π.χ., ένας ασθενής 75 κιλών μπορεί να έχει χάσει σ' ένα μήνα πάνω από 5 κιλά. Σε μια μικρή ομάδα ασθενών προκαλείται το αντίθετο σύμπτωμα, δηλαδή υπερφαγία. 
[5] Απώλεια του ενδιαφέροντος για σεξ. Τυπικό σύμπτωμα της κατάθλιψης η απώλεια του ενδιαφέροντος για την ερωτική πράξη. Ας σημειωθεί ότι εδώ αναφερόμαστε στην διάθεση για σεξ και όχι στο αν γίνεται ή όχι η ερωτική πράξη. Π.χ., μια γυναίκα με κατάθλιψη μπορεί να κάνει έρωτα με τον σύζυγό της γιατί εκείνος το θέλει, αλλά η ίδια αν ερωτηθεί θα πει ότι δεν το επιθυμεί καθόλου και δεν της προκαλεί καμιά ευχαρίστηση. 
[6] Απώλεια των δυνάμεων και της ενεργητικότητας. Ο ασθενής με κατάθλιψη νιώθει σαν να τον έχουν εγκαταλείψει οι δυνάμεις του, αισθάνεται κουρασμένος όλη την ώρα και γι' αυτό πολλές φορές κάθεται στην καρέκλα και δεν κάνει τίποτα. Μερικοί ασθενείς μπορεί από την άλλη να εμφανίζουν έντονη ανησυχία και άγχος, σαν κάτι κακό να πρόκειται να συμβεί. 
[7] Αδυναμία συγκέντρωσης, σκέψης, μνήμης ή λήψης αποφάσεων. Ο ασθενής με κατάθλιψη δεν μπορεί να συγκεντρωθεί εύκολα. Το μυαλό του φαίνεται να είναι απασχολημένο με άλλες ιδέες και σκέψεις. 
[8] Ιδέες ενοχής, αυτομομφής και αναξιότητας. Ο ασθενής με κατάθλιψη τυπικά πιστεύει ότι ο ίδιος φταίει για την τροπή που έχει πάρει η ζωή του, όλα είναι δικό του λάθος. Νιώθει ότι η κατάσταση που περνάει είναι σαν ένα είδος τιμωρίας για πράγματα που έκανε στο παρελθόν. Μπορεί να νιώθει ότι δεν αξίζει τίποτε σαν άνθρωπος, ότι είναι ένα μηδενικό. 
[9] Ανησυχία και απαισιοδοξία για το μέλλον. Ο ασθενής με κατάθλιψη χρωματίζει το μέλλον του με μαύρα χρώματα. Πιστεύει ότι πολύ δύσκολα θα αλλάξει η κατάσταση της ζωής του. 
[10] Ιδέες αυτοκτονίας. Μερικές φορές ο ασθενής νιώθει τόσο απελπισμένος και αβοήθητος που μπαίνουν στο μυαλό του ιδέες αυτοκτονίας. Ο κίνδυνος αυτοκτονίας είναι αυξημένος σε ασθενείς με σοβαρή κατάθλιψη. 
[11] Γενικά σωματικά συμπτώματα. Πολλοί ασθενείς με κατάθλιψη αναφέρουν μια ποικιλία από σωματικά συμπτώματα όπως πονοκεφάλους, πόνους γενικά στο σώμα τους, προβλήματα από το γαστρεντερικό κ.λ.π. Πολλές φορές τα συμπτώματα αυτά τους οδηγούν σε διάφορους γιατρούς ή στα νοσοκομεία. Χαρακτηριστικό είναι ότι ύστερα από την εξέταση τα συμπτώματα δεν μπορούν να εξηγηθούν και αποδίδονται από τον γιατρό σε άγχος ή κόπωση. Δεν είναι ανάγκη να έχει κανείς όλα τα συμπτώματα για να θεωρηθεί ότι πάσχει από κατάθλιψη. Οι ειδικοί θεωρούν ότι 5 ή περισσότερα συμπτώματα, εκ των οποίων τουλάχιστον ένα από τα δύο πρώτα, φτάνουν για να μπει η διάγνωση 
 
Τι είδους αρνητικές σκέψεις κάνουν οι καταθλιπτικοί; 
Οι αρνητικές σκέψεις που κάνουν οι άνθρωποι που πάσχουν από κατάθλιψη, τυπικά περιλαμβάνουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα θέματα: 
(1) Αρνητική Γνώμη Για Τον Εαυτό Του 
Αυτή η γνώμη προέρχεται συνήθως από τη σύγκριση του εαυτού του με άλλους ανθρώπους οι οποίοι φαίνεται να είναι περισσότερο ελκυστικοί ή περισσότερο επιτυχημένοι ή περισσότερο ικανοί ή έξυπνοι: «Είμαι πολύ χειρότερος μαθητής από τον Μιχάλη» «΄Έχω αποτύχει σαν γονέας» «Δεν έχω καθόλου κρίση ή αντίληψη». Ίσως να διαπιστώσει ότι έχει απορροφηθεί με αυτές τις ιδέες για τον εαυτό του, ή ότι σκέφτεται επίμονα γεγονότα του παρελθόντος όταν οι άνθρωποι φαινόταν να τον αντιπαθούν. Μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του ανάξιο και ανυπόφορο και να υποθέτει ότι φίλοι και συγγενείς θα ήταν ευτυχείς να απαλλαχθούν απ' αυτόν. 
(2) Αυτοκριτική και Αυτομομφή 
Αισθάνεται λυπημένος επειδή εστιάζει την προσοχή στα υποτιθέμενα ελαττώματα. Κατηγορεί τον εαυτό του επειδή δεν έκανε μια δουλειά όσο καλά θα μπορούσε, επειδή είπε κάτι λάθος, ή επειδή προκαλεί δυστυχία στους άλλους. Όταν τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά είναι πιθανόν να θεωρήσει ότι αυτό είναι δικό του λάθος. Ακόμα και ευχάριστα γεγονότα μπορεί να τον κάνουν να αισθανθεί χειρότερα εάν σκεφτεί, ΄΄Δεν μου αξίζει αυτό, είμαι ανάξιος.΄΄ 
Επειδή η γνώμη που έχει για τον εαυτό του είναι τόσο αρνητική, μπορεί να έχει υπερβολικές απαιτήσεις απ' τον εαυτό του. Ίσως αξιώνει από τον εαυτό του/της να είναι μία τέλεια νοικοκυρά ή ένας υπερβολικά αφοσιωμένος φίλος ή ένας γιατρός με αλάνθαστη κλινική κρίση. Μπορεί να βασανίζει τον εαυτό του σκεπτόμενος ΄΄Έπρεπε να έχω καλύτερη δουλειά.΄΄ 
(3) Αρνητική Ερμηνεία Γεγονότων 
Μπορεί να πιάσει κατ' επανάληψη τον εαυτό του να αντιδρά με αρνητικό τρόπο σε καταστάσεις που δεν τον απασχολούν όταν δε βρίσκεται σε κατάθλιψη. Εάν δεν βρίσκει ένα μολύβι, μπορεί να σκεφτεί, ΄΄Τα πάντα είναι δύσκολα για μένα.΄΄ Όταν ξοδεύει λίγα χρήματα μπορεί να αισθάνεται λυπημένος σαν να είχε χάσει ένα μεγάλο ποσό. Μπορεί να διαβάζει αποδοκιμασία στα σχόλια που κάνουν οι άλλοι ή να κρίνει ότι οι άλλοι κατά βάθος τον αντιπαθούν αν και μπορεί να φέρονται τόσο φιλικά όπως πάντα. 
(4) Αρνητικές Προσμονές Από Το Μέλλον 
Μπορεί να έχει αποκτήσει τη συνήθεια να σκέφτεται ότι δεν πρόκειται ποτέ να ξεπεράσει τα συναισθήματα της θλίψης ή τα προβλήματά του και να πιστεύει ότι αυτά θα κρατήσουν για πάντα. Ή μπορεί να έχει μια αρνητική προσδοκία κάθε φορά που προσπαθεί να κάνει μια συγκεκριμένη δουλειά. ΄΄Είμαι σίγουρος ότι θα αποτύχω σ' αυτό.΄΄ Μια γυναίκα που πάσχει από κατάθλιψη είχε μια οπτική αναπαράσταση του εαυτού της να καταστρέφει το δείπνο κάθε φορά που μαγείρευε για καλεσμένους. 
(5) Οι Ευθύνες Μου Είναι Υπερβολικές 
Έχει να κάνει τις ίδιες δουλειές στο σπίτι ή στον επαγγελματικό τομέα που έχει κάνει πολλές φορές στο παρελθόν, αλλά τώρα πιστεύει ότι είναι τελείως ανίκανος να τις πραγματοποιήσει ή ότι θα πάρει εβδομάδες ή μήνες μέχρι να ολοκληρωθούν. Ή λέει στον εαυτό του ότι έχει τόσο πολλά πράγματα να κάνει που δεν υπάρχει τρόπος να οργανώσει τη δουλειά. 
Μπορεί να αρνείται στον εαυτό του ξεκούραση ή χρόνο αφιερωμένο σε προσωπικά ενδιαφέροντα επειδή βλέπει πιεστικές υποχρεώσεις να τον κατακλύζουν από παντού. Μπορεί ακόμα να νιώθει σωματικά συμπτώματα που μπορεί να συνοδεύουν τέτοιες σκέψεις - αίσθημα δύσπνοιας, ναυτία, ή πονοκέφαλοι. 
 
Ποια είναι τα τυπικά λάθη στη σκέψη ενός καταθλιπτικού; 
Ο λανθασμένος τρόπος σκέψης οδηγεί στην κατάθλιψη και την επιδεινώνει. Πιθανώς ένας καταθλιπτικός ασθενής να κάνει ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα λάθη: 
1) Μεγαλοποίηση 
Αντιμετωπίζει συγκεκριμένα γεγονότα με έναν υπερβολικό τρόπο. Για παράδειγμα, εάν έχει κάποια καθημερινή δυσκολία, αρχίζει να σκέφτεται ότι θα καταλήξει σε καταστροφή - μεγαλοποιεί τα προβλήματα και την πιθανή βλάβη που θα μπορούσαν να προκαλέσουν. 
Την ίδια στιγμή, υποτιμά την ικανότητά του να τα αντιμετωπίσει. Καταλήγει σε συμπεράσματα χωρίς καμία απόδειξη και θεωρεί ότι τα συμπεράσματά του είναι σωστά. Ένας άντρας που αγόρασε ένα καινούργιο σπίτι υποψιαζόταν ότι το σπίτι είχε τερμίτες. Αμέσως κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το σπίτι θα καταστρεφόταν και δεν θα άξιζε, ότι τα λεφτά του σπαταλήθηκαν άσκοπα. Πείστηκε ότι τίποτα δεν μπορούσε να γίνει για να "σωθεί το σπίτι". 
2) Υπεργενίκευση 
Κάνει μια ευρεία, γενικευμένη παρατήρηση που δίνει έμφαση στο αρνητικό: «Κανείς δε με συμπαθείς.» «Είμαι τελείως αποτυχημένος.» «Ποτέ δε μπορώ να πάρω αυτό που θέλω από τη ζωή.» Αν κάποιος που γνωρίζει του μιλήσει άσχημα, σκέφτεται: «Χάνω όλους τους φίλους μου» 
3) Αγνοώντας το Θετικό 
Εντυπώνονται στο μυαλό του και θυμάται μόνο αρνητικά γεγονότα. Όταν δόθηκε η συμβουλή σε μια καταθλιπτική γυναίκα να κρατήσει ημερολόγιο, κατάλαβε ότι θετικά γεγονότα συμβαίνουν συχνά στη ζωή της αλλά είχε την τάση να μην τους δίνει σημασία και να τα ξεχνά. Ή έλεγε στον εαυτό της ότι οι καλές εμπειρίες ήταν ασήμαντες για τον ένα ή τον άλλο λόγο. Ένας άντρας που για εβδομάδες ήταν τόσο καταθλιπτικός που δεν μπορούσε να ντυθεί ξόδεψε οχτώ ώρες βάφοντας την κρεβατοκάμαρα. Όταν τελείωσε, κατέκρινε τον εαυτό του επειδή δεν πέτυχε ακριβώς το αποτέλεσμα που ήθελε. Ευτυχώς, η σύζυγός του μπόρεσε να του δώσει να καταλάβει πόσο εξαιρετικά καλή δουλειά είχε κάνει. 
 
Τι είδους αρνητικές σκέψεις κάνουν οι καταθλιπτικοί; 
Οι αρνητικές σκέψεις που κάνουν οι άνθρωποι που πάσχουν από κατάθλιψη, τυπικά περιλαμβάνουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα θέματα: 
(1) Αρνητική Γνώμη Για Τον Εαυτό Του 
Αυτή η γνώμη προέρχεται συνήθως από τη σύγκριση του εαυτού του με άλλους ανθρώπους οι οποίοι φαίνεται να είναι περισσότερο ελκυστικοί ή περισσότερο επιτυχημένοι ή περισσότερο ικανοί ή έξυπνοι: «Είμαι πολύ χειρότερος μαθητής από τον Μιχάλη» «΄Έχω αποτύχει σαν γονέας» «Δεν έχω καθόλου κρίση ή αντίληψη». Ίσως να διαπιστώσει ότι έχει απορροφηθεί με αυτές τις ιδέες για τον εαυτό του, ή ότι σκέφτεται επίμονα γεγονότα του παρελθόντος όταν οι άνθρωποι φαινόταν να τον αντιπαθούν. Μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του ανάξιο και ανυπόφορο και να υποθέτει ότι φίλοι και συγγενείς θα ήταν ευτυχείς να απαλλαχθούν απ' αυτόν. 
(2) Αυτοκριτική και Αυτομομφή 
Αισθάνεται λυπημένος επειδή εστιάζει την προσοχή στα υποτιθέμενα ελαττώματα. Κατηγορεί τον εαυτό του επειδή δεν έκανε μια δουλειά όσο καλά θα μπορούσε, επειδή είπε κάτι λάθος, ή επειδή προκαλεί δυστυχία στους άλλους. Όταν τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά είναι πιθανόν να θεωρήσει ότι αυτό είναι δικό του λάθος. Ακόμα και ευχάριστα γεγονότα μπορεί να τον κάνουν να αισθανθεί χειρότερα εάν σκεφτεί, ΄΄Δεν μου αξίζει αυτό, είμαι ανάξιος.΄΄ 
Επειδή η γνώμη που έχει για τον εαυτό του είναι τόσο αρνητική, μπορεί να έχει υπερβολικές απαιτήσεις απ' τον εαυτό του. Ίσως αξιώνει από τον εαυτό του/της να είναι μία τέλεια νοικοκυρά ή ένας υπερβολικά αφοσιωμένος φίλος ή ένας γιατρός με αλάνθαστη κλινική κρίση. Μπορεί να βασανίζει τον εαυτό του σκεπτόμενος ΄΄Έπρεπε να έχω καλύτερη δουλειά.΄΄ 
(3) Αρνητική Ερμηνεία Γεγονότων 
Μπορεί να πιάσει κατ' επανάληψη τον εαυτό του να αντιδρά με αρνητικό τρόπο σε καταστάσεις που δεν τον απασχολούν όταν δε βρίσκεται σε κατάθλιψη. Εάν δεν βρίσκει ένα μολύβι, μπορεί να σκεφτεί, ΄΄Τα πάντα είναι δύσκολα για μένα.΄΄ Όταν ξοδεύει λίγα χρήματα μπορεί να αισθάνεται λυπημένος σαν να είχε χάσει ένα μεγάλο ποσό. Μπορεί να διαβάζει αποδοκιμασία στα σχόλια που κάνουν οι άλλοι ή να κρίνει ότι οι άλλοι κατά βάθος τον αντιπαθούν αν και μπορεί να φέρονται τόσο φιλικά όπως πάντα. 
(4) Αρνητικές Προσμονές Από Το Μέλλον 
Μπορεί να έχει αποκτήσει τη συνήθεια να σκέφτεται ότι δεν πρόκειται ποτέ να ξεπεράσει τα συναισθήματα της θλίψης ή τα προβλήματά του και να πιστεύει ότι αυτά θα κρατήσουν για πάντα. Ή μπορεί να έχει μια αρνητική προσδοκία κάθε φορά που προσπαθεί να κάνει μια συγκεκριμένη δουλειά. ΄΄Είμαι σίγουρος ότι θα αποτύχω σ' αυτό.΄΄ Μια γυναίκα που πάσχει από κατάθλιψη είχε μια οπτική αναπαράσταση του εαυτού της να καταστρέφει το δείπνο κάθε φορά που μαγείρευε για καλεσμένους. 
(5) Οι Ευθύνες Μου Είναι Υπερβολικές 
Έχει να κάνει τις ίδιες δουλειές στο σπίτι ή στον επαγγελματικό τομέα που έχει κάνει πολλές φορές στο παρελθόν, αλλά τώρα πιστεύει ότι είναι τελείως ανίκανος να τις πραγματοποιήσει ή ότι θα πάρει εβδομάδες ή μήνες μέχρι να ολοκληρωθούν. Ή λέει στον εαυτό του ότι έχει τόσο πολλά πράγματα να κάνει που δεν υπάρχει τρόπος να οργανώσει τη δουλειά. 
Μπορεί να αρνείται στον εαυτό του ξεκούραση ή χρόνο αφιερωμένο σε προσωπικά ενδιαφέροντα επειδή βλέπει πιεστικές υποχρεώσεις να τον κατακλύζουν από παντού. Μπορεί ακόμα να νιώθει σωματικά συμπτώματα που μπορεί να συνοδεύουν τέτοιες σκέψεις - αίσθημα δύσπνοιας, ναυτία, ή πονοκέφαλοι. 
 
Σχετίζεται η κατάθλιψη με την αύξηση βάρους; 
Τις περισσότερες φορές η κατάθλιψη προκαλεί μείωση του βάρους, και αυτό άλλωστε είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά της γνωρίσματα. 'Έχει κλείσει το στομάχι μου', λένε οι περισσότεροι άνθρωποι όταν στεναχωριούνται. Ωστόσο, σε μια σημαντική μειοψηφία που μπορεί να ξεπερνά και το 20% η κατάθλιψη έχει το αντίθετο αποτέλεσμα, προκαλεί δηλαδή αύξηση της όρεξης και υπερφαγία. Είναι σαν να προσπαθούν οι άνθρωποι να περάσουν τη στενοχώρια τους με το φαγητό, αν και μπορεί να υπάρχουν και άλλοι λόγοι. Ακόμη και μια μικρή στενοχώρια (χωρίς δηλαδή να πάθουμε κατάθλιψη), π.χ. μετά από έναν χωρισμό, μπορεί να μας δείξει σε ποια από τις δύο κατηγορίες ανήκουμε, αν δηλαδή αντιδρούμε με μείωση ή αύξηση της όρεξης.